Γενική κατεύθυνση προτάσεων Βολτ
Κατεύθυνση προτάσεων του Βολτ
Μια συνολική αρχικά αξιολόγηση του παραγόμενου έργου ολόκληρου του εκπαιδευτικού μας συστήματος από μια ανεξάρτητη υπερκομματική επιστημονική αρχή, βάσει διεθνώς αναγνωρισμένων κριτηρίων, της οποίας τα αποτελέσματα θα αξιοποιηθούν σε βάθος χρόνου.
Η αξιολόγηση του παραγόμενου έργου από το σχολείο θα είναι το πρώτο μεγάλο βήμα σε μια 20ετή μεταρρυθμιστική πορεία της εκπαίδευσης. Όλα τα βήματα θα σχεδιάζονται και θα εποπτεύονται από ανεξάρτητη αρχή στο πλαίσιο του υπουργείου παιδείας και η οποία επιβάλλεται να συσταθεί με όλες τις προϋποθέσεις της επιστημονικής και παιδαγωγικής ανεξαρτησίας και εγκυρότητας.
Εδώ, θα ήταν σημαντικό να αξιοποιηθεί η εμπειρία από ανάλογες προσπάθειες που έγιναν σε άλλες χώρες και ιδιαίτερα τις ευρωπαϊκές. Είναι σημαντικό για την εκπαιδευτική κοινότητα και για την κοινωνία συνολικά να έχουν σαφείς και πειστικές απαντήσεις στα ερωτήματα: ποιος και πώς αξιολογεί, πού στοχεύει η μεταρρύθμιση και πώς εξελίσσεται.
Η μεγάλη αλλαγή θα γίνει όταν όλοι οι εμπλεκόμενοι (επιστημονικοί και εκπαιδευτικοί φορείς, εκπαιδευτικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί φορείς) θα συζητούν ξεκινώντας από έγκυρα και αξιόπιστα δεδομένα της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, που δεν θα επιδέχονται αμφισβήτηση και όχι από τις πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές τους στην εκπαίδευση, όπως κατά κανόνα γίνεται μέχρι σήμερα. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να διασφαλιστεί η συναίνεση στο περιεχόμενο και στους στόχους της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και η απρόσκοπτη υλοποίησή της ανεξάρτητα από τις εναλλαγές που θα συμβαίνουν στην κυβερνητική εξουσία.
Σημαντική αύξηση του προϋπολογισμού, σε συνδυασμό με άλλες πολιτικές για τη βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος και του παραγόμενου έργου.
Η αύξηση της χρηματοδότηση της εκπαίδευσης είναι ένα χρόνιο αίτημα του ελληνικού λαού που πρέπει το συντομότερο να επιτευχθεί και κατά τον καλύτερο τρόπο. Έτσι, απαιτείται:
Το ποσοστό του ΑΕΠ που θα πρέπει να δαπανάται στην εκπαίδευση πρέπει να αυξηθεί και να καθοριστεί, αφού πρώτα γίνει η αξιολόγηση όλου του εκπαιδευτικού συστήματος.
Είσπραξη φορολογικών εσόδων από τους Δήμους και απόδοση των χρημάτων στα σχολεία ευθύνης τους. Με τον τρόπο αυτό οι πολίτες γνωρίζουν το ανταποδοτικό όφελος του φόρου τους και ελέγχουν τη χρηματοδότηση ενώ οι δήμοι λογοδοτούν.
Η μισθοδοσία του προσωπικού συνεχίζει να παρέχεται κεντρικά από το κράτος.
Μια δομική αξιολόγηση στη συνέχεια, όλων των πλευρών και διαστάσεων της εκπ/σης.
Υπό το πρίσμα των αποτελεσμάτων της συνολικής αξιολόγησης για το παραγόμενο μαθησιακό και κοινωνικό έργο του εκπαιδευτικού συστήματος, μπορεί και πρέπει να γίνει στη συνέχεια η αξιολόγηση όλων των πλευρών και διαστάσεων της εκπαίδευσης, όπως:
Αξιολόγηση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών και των σχολικών εγχειριδίων.
Αξιολόγηση των πόρων που παρέχονται στους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές (Χρηματοδότηση και υλικοτεχνική υποδομή).
Αξιολόγηση της σχολικής μονάδας.
Επιστημονική, παιδαγωγική και διοικητική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των στελεχών της εκπαίδευσης.
Αξιολόγηση της οργάνωσης και λειτουργίας της εκπαίδευσης, των επιμέρους τομέων της επαγγελματικής εκπαίδευσης, της ειδικής εκπαίδευσης, των διαφόρων βαθμίδων.
Εισαγωγή και αξιολόγηση πολλαπλών πηγών μάθησης.
Εισαγωγή και αξιολόγηση διαδραστικών μεθόδων διδασκαλίας κλπ.
Αντιμετώπιση του μαθητή ως προσώπου.
Το σχολείο έχει χάσει το κύρος του στους μαθητές ως χώρος γνώσης και μάθησης αναγκαίας για τη ζωή. Το φαινόμενο αυτό είναι ορατό ήδη από τις τελευταίες τάξεις του δημοτικού και επιδεινώνεται καθώς βαδίζουμε προς το λύκειο. Κανείς δεν μαθαίνει κάτι που δεν αναγνωρίζει την αναγκαιότητά του. Έτσι η σχολική μάθηση εκφυλίζεται σε διαχείριση από τους μαθητές μιας κοινωνικής υποχρέωσης, αναγκαίας για τη μετάβασή τους σε επόμενες βαθμίδες.
Άρα, επιβάλλεται η αντιμετώπιση του μαθητή ως προσώπου, ως υποκειμένου της μαθησιακής διαδικασίας και όχι ως αντικειμένου που οφείλει να μάθει όσα εμείς επιβάλλουμε, όπως γίνεται σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι βασική διάσταση της μαθησιακής διαδικασίας επιβάλλεται να είναι η ανάδειξη και η επεξεργασία της αναγκαιότητας για το μαθητή της κάθε φορά διδασκόμενης γνώσης καθώς και ο ηθικός σεβασμός, δηλαδή, η ενεργός εμπλοκή του στη μαθησιακή διαδικασία ισότιμα ως ενός ατόμου του οποίου ο λόγος έχει αξία.
Δυστυχώς, η εκπαιδευτική κοινότητα στο σύνολό της (ηγεσία, πανεπιστήμια, εκπαιδευτικοί) δεν έχει αναγνωρίσει τη μεγάλη σημασία αυτού του προβλήματος και την ανάγκη για σοβαρή μελέτη του.
Ελευθερία προσωπικής έκφρασης στα σχολεία.
Θεμέλιο της σχολικής ζωής σε όλες της τις εκφάνσεις και για όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας πρέπει να είναι η ελευθερία της προσωπικής έκφρασης. Ελευθερία έκφρασης για τον καθένα και ταυτόχρονα σεβασμός της ελευθερίας έκφρασης του άλλου. Αυτό σημαίνει ευθύνη και ικανότητα διαχείρισης διαφορών και συγκρούσεων τόσο μέσα στη μαθησιακή διαδικασία, όσο και ανάμεσα στους μαθητές, με τρόπο ώστε να ενισχύεται η συλλογική λειτουργία παράλληλα με την ικανοποίηση και τον σεβασμό των επιθυμιών και επιλογών του καθενός. Η ισορροπία ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εμείς» απαιτεί και προϋποθέτει κριτήρια και κανόνες λειτουργίας που συν-παράγονται στη σχολική κοινότητα μέσα στο πλαίσιο των γενικότερων θεσμών που ισχύουν για το σχολείο και την κοινωνία. Επιδίωξη είναι η θετική στάση και η ευθύνη απέναντι στους θεσμούς και η ελευθερία της κριτικής τους εμβάθυνσης καθώς και η δέσμευση όλων στην τήρηση θεσμοθετημένων κανόνων και κριτηρίων σε όλες τις εκφάνσεις της εκπαιδευτικής λειτουργίας, με προκαθορισμένες συνέπειες για τους παραβάτες (σε όλα τα επίπεδα της ιεραρχίας και για όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας).
Το «παιδαγωγικό συμβόλαιο» θα βασίζεται στις βασικές συνταγματικές και θεσμικές αρχές και θα εξειδικεύεται από την κάθε σχολική κοινότητα.